Ανδρόπαυση και εμμηνόπαυση
Η ανδρόπαυση και η εμμηνόπαυση προκαλούν σημαντικά συμπτώματα και προβλήματα σε ορισμένους άνδρες και γυναίκες. Είναι σημαντικό να μπορείς να διακρίνεις ανάμεσα στα συμπτώματα που οφείλονται στην οροθετικότητα και σε αυτά που οφείλονται σε μεταβολές στα επίπεδα ορμονών.
Ανδρόπαυση
Με την ανδρόπαυση εννοούμε τα συμπτώματα που οφείλονται σε χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης. Τα επίπεδα της τεστοστερόνης αρχίζουν να μειώνονται σε όλους τους άνδρες μετά τα 30, σε ποσοστό που εκτιμάται στο 10% ανά δεκαετία. Πρόκειται για φυσιολογικό κομμάτι της γήρανσης. Στον οροαρνητικό πληθυσμό ο έλεγχος επιπέδων τεστοστερόνης ξεκινάει συνήθως στα 50. Στους οροθετικούς άνδρες η ανεπάρκεια τεστοστερόνης ξεκινάει σε μικρότερη ηλικία και εμφανίζεται πιο συχνά σε οροθετικούς με χαμηλά επίπεδα CD4 και άτομα είχαν προηγουμένως διαγνωστεί με AIDS.
Η μειωμένη παραγωγή τεστοστερόνης συνοδεύεται από την αύξηση μιας άλλης ορμόνης, της λεγόμενης φυλοδεσμευτικής ή φυλοσυνδετικής σφαιρίνης (SHBG). Η σφαιρίνη δεσμεύει ένα ποσοστό της διαθέσιμης τεστοστερόνης που κυκλοφορεί στο αίμα σου και έτσι απομένει ακόμα μικρότερη ποσότητα τεστοστερόνης στη διάθεση του οργανισμού σου. Έτσι λοιπόν, η διαθέσιμη ποσότητα τεστοστερόνης που χρειάζονται οι ιστοί του οργανισμού σου λιγοστεύει ακόμα περισσότερο, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει τις ποικίλες σωματικές και διανοητικές αλλαγές που αποτελούν αυτό που ονομάζουμε ανδρόπαυση.
Τα συμπτώματα της ανδρόπαυσης είναι τα εξής:
- Μειωμένη σεξουαλική επιθυμία
- Έχεις πιο σπάνια πρωινή στύση
- Δυσκολεύεσαι να έχεις στύση ή η στύση σου δεν είναι τόσο σκληρή όσο παλιά
- Έλλειψη ενέργειας ή κούραση
- Απώλεια δύναμης ή μυϊκής μάζας
- Αύξηση του σωματικού λίπους
- Εξάψεις και εφιδρώσεις
- Γίνεσαι πιο ευερέθιστος και έχεις συχνές αλλαγές διάθεσης
- Κατάθλιψη
Μερικά από τα παραπάνω συμπτώματα μπορεί να οφείλονται επίσης στην HIV λοίμωξη ή να είναι παρενέργειες αντιρετροϊκών ή άλλων φαρμάκων. Τα συμπτώματα συχνά ξεκινούν σταδιακά, δεν παρουσιάζονται όλα μαζί και ποικίλουν από άτομο σε άτομο, θα πρέπει όμως να τα αναφέρεις όλα στο γιατρό σου. Αν έχεις χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης, έχεις μεγαλύτερο κίνδυνο οστεοπόρωσης. Παρ’ όλο που πρέπει να γίνουν περισσότερες σχετικές έρευνες, οι μέχρι τώρα μελέτες δείχνουν ότι η χαμηλή τεστοστερόνη πιθανώς αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Άλλες μελέτες δείχνουν ότι οι μεγαλύτεροι άντρες με χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης κινδυνεύουν περισσότερο να αναπτύξουν γνωσιακές διαταραχές.
Σεξουαλική ζωή και ορμόνες
Θα πρέπει να ψάξεις και άλλες πιθανές αιτίες για τη χαμηλή τεστοστερόνη, όπως η λήψη φαρμακευτικής αγωγής. Σύμφωνα με έρευνες, η αντιμετώπιση της χαμηλής τεστοστερόνης ενδεχομένως να ανακουφίζει από τα συμπτώματα της ανδρόπαυσης, ενώ συμβάλλει ιδιαίτερα στην πρόληψη της οστεοπόρωσης. Οι ειδικοί συνιστούν επίσης αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως είναι η τακτική άσκηση, η εκτόνωση του άγχους και η καλή διατροφή.
Η υποκατάσταση τεστοστερόνης μπορεί να γίνει με πολλές μορφές, για παράδειγμα με αλοιφές, τσιρότα και ενέσεις. Κάθε μέθοδος έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της, όπως και τις παρενέργειές της, τα οποία θα πρέπει να λάβεις υπόψη σου αν επιλέξεις να κάνεις θεραπεία υποκατάστασης. Συζήτησε με το γιατρό σου για τις επιλογές που έχεις.
Εμμηνόπαυση
Η εμμηνόπαυση είναι το στάδιο της ζωής κατά το οποίο οι ωοθήκες σταματούν να παράγουν τη γυναικεία ορμόνη γνωστή ως οιστρογόνο, παύει η έμμηνος ρύση (περίοδος) και δεν είναι πλέον δυνατή η σύλληψη και η κύηση με φυσιολογικό τρόπο. Είναι κάτι που συμβαίνει σταδιακά σε όλες τις γυναίκες μεταξύ 40 και 55 ετών. Οι οροθετικές γυναίκες ενδέχεται να εμφανίσουν ανωμαλίες στον κύκλο τους χωρίς να είναι στην εμμηνόπαυση. Μίλα με τον γιατρό σου για να διερευνήσετε αν αυτές οι αλλαγές οφείλονται στην εμμηνόπαυση, στην HIV λοίμωξη, σε συνδυασμό των δύο παραπάνω ή σε άλλη αιτία.
Τα συμπτώματα που βιώνουν οι γυναίκες στην εμμηνόπαυση ποικίλουν σε μεγάλο βαθμό − από ήπια μέχρι σοβαρά και μερικές φορές ακόμα και ισοπεδωτικά. Τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης αντιμετωπίζονται ιατρικά, αλλά υπάρχουν σχετικοί κίνδυνοι όσο και οφέλη, ειδικά αν είσαι οροθετική. Η ορμονοθεραπεία (θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης) συχνά μειώνει τις εξάψεις, καθώς και τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων της ουρολοίμωξης.
Πάντως, πρέπει να συζητήσεις με το γιατρό σου τις επιλογές θεραπειών που έχεις, καθώς και τις παρενέργειές τους και τις πιθανές αλληλεπιδράσεις με την αντιρετροϊκή αγωγή. Η ορμονοθεραπεία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις ήδη υπάρχουσες ηπατικές νόσους και μπορεί επίσης να επηρεάσει το επίπεδο των τριγλυκεριδίων στο αίμα. Η ορμονοθεραπεία συχνά αντενδείκνυται, όταν υπάρχει προσωπικό ή οικογενειακό ιστορικό θρομβώσεων ή παθολογικής έμμηνου ρύσης. Αν έχεις οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού, οφείλεις να το συζητήσεις με το γιατρό σου προτού ξεκινήσεις ορμονοθεραπεία. Επίσης, είναι σημαντικό να κάνεις τακτικούς ελέγχους για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, εφόσον συνεχίζεις να είσαι σεξουαλικά ενεργή.
Τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης είναι τα εξής:
- Αϋπνία και νυχτερινές εφιδρώσεις, τα οποία μπορεί επίσης να είναι συμπτώματα της HIV λοίμωξης, είτε επειδή αγχώνεσαι για την οροθετικότητά σου είτε επειδή είναι παρενέργειες της αντιρετροϊκής αγωγής.
- Αλλαγές στο δέρμα και τα μαλλιά σου, οι οποίες συμβαίνουν λόγω μείωσης στα επίπεδα ορμονών. Το δέρμα γίνεται πιο ξηρό και τα μαλλιά γίνονται πιο αραιά και εύθραυστα. Οι συγκεκριμένες αλλαγές συνεχίζονται μετά την εμμηνόπαυση και όσο γερνάς, αλλά συνδέονται συχνά και με την οροθετικότητα και τις σχετικές παθήσεις της, καθώς και με φάρμακα που λαμβάνεις.
- Συνεχής κούραση και έλλειψη ενέργειας που δεν αναπληρώνονται με την ξεκούραση. Μπορεί να οφείλονται στην εμμηνόπαυση, την HIV λοίμωξη και/ή την αντιρετροϊκή αγωγή ή άλλα φάρμακα που λαμβάνεις.
- Παθαίνεις συχνότερα ουρολοιμώξεις, επειδή η μείωση των ορμονών έχει σαν αποτέλεσμα να αραιώσουν οι μεμβράνες στο εσωτερικό της ουρήθρας σου (η ουρήθρα είναι ο σωλήνας που συνδέει την ουροδόχο κύστη με το άνοιγμα από το οποίο διέρχονται τα ούρα). Αυτό είναι μάλλον απίθανο να είναι σύμπτωμα της οροθετικότητας, μπορεί όμως να είναι ένδειξη σεξουαλικώς μεταδιδόμενου νοσήματος ή κάποιας νεφρικής πάθησης και πρέπει να το διερευνήσεις με τη βοήθεια του γιατρού σου.
- Νιώθεις να φουντώνεις και να σε καίει το πρόσωπό σου και το πάνω μέρος του σώματός σου. Οι εξάψεις συχνά συνοδεύονται από ταχυκαρδία και από μια αίσθηση γαργαλήματος στην ίδια περιοχή. Η διάρκειά τους ποικίλει, αλλά συνήθως δεν κρατάνε παραπάνω από λίγα λεπτά.
- Οστεοπενία ή οστεοπόρωση, καθώς λόγω γήρανσης, μειώνεται η οστική πυκνότητα. Μετά την εμμηνόπαυση, η οστεοπόρωση εξελίσσεται ταχύτερα στις γυναίκες επειδή μειώνονται τα επίπεδα των οιστρογόνων. Επιπλέον, τα οροθετικά άτομα έχουν χαμηλή οστική πυκνότητα, και ορισμένα αντιρετροϊκά φάρμακα μπορεί να προκαλέσουν ελάττωση της οστικής πυκνότητας, με αποτέλεσμα να διατρέχεις μεγαλύτερο κίνδυνο να πάθεις κάταγμα.
Η προληπτική εξέταση μαστού είναι σημαντική, τόσο κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης όσο και αργότερα. Αν εντοπιστούν εγκαίρως όγκοι ή άλλες ανωμαλίες όπως αλλαγές στο δέρμα και στις θηλές, έχεις καλύτερη πρόγνωση στις περισσότερες περιπτώσεις. Αν συνηθίσεις να κάνεις τακτική αυτοεξέταση μαστού, θα ξέρεις τι είναι φυσιολογικό και τι είναι καινούργιο, για παράδειγμα ένας όγκος. Οι γιατροί συνιστούν την αυτοεξέταση μία φορά το μήνα. Αν δε βρεις κάτι, ο γιατρός θα σου κάνει εξέταση μαστού μία φορά τον χρόνο. Πέρα από πιθανούς όγκους, θα πρέπει να αναφέρεις στο γιατρό σου όποιες αλλαγές παρατηρήσεις στη συνοχή και στο χρώμα του δέρματος και των θηλών ή τυχόν εκκρίσεις από τις θηλές.
Πρέπει να κάνεις τακτικά μαστογραφία, συνήθως κάθε τρία χρόνια. Αν έχεις οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού, πρέπει να κάνεις πιο συχνά εξετάσεις και μαστογραφία.
Η HIV λοίμωξη δεν αυξάνει τον κίνδυνο να πάθεις καρκίνο του μαστού. Η αντιρετροϊκή αγωγή συχνά προκαλεί αλλαγές στο στήθος, όπως και σε άλλα όργανα. Το στήθος μπορεί να μεγαλώσει και να γεμίσει εξογκώματα. Τα εξογκώματα αυτά είναι συνήθως καλοήθεις κύστες. Είναι σημαντικό να είσαι σε επιφυλακή αν εμφανιστούν, δεδομένου ότι η αύξησή τους σε μέγεθος και αριθμό μπορεί να κρύβει κάποιο νέο όγκο. Συζήτησε τις όποιες ανησυχίες σου με το γιατρό σου το συντομότερο δυνατό.
Σεξουαλική λειτουργία
Υπάρχουν έρευνες που δείχνουν ότι όσο πιο σταθερά κάνεις σεξ καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής σου, τόσο πιο πιθανό είναι να διατηρήσεις μια ενεργή σεξουαλική ζωή σε βάθος χρόνου. Είναι επομένως σημαντικό να αξιολογήσεις τυχόν αλλαγές που διαφαίνονται στη λίμπιντό σου (σεξουαλική επιθυμία) ή στη σεξουαλική δραστηριότητά σου προκειμένου να τις αντιμετωπίσεις το συντομότερο δυνατό.
Η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία εμφανίζεται σε κάθε ηλικία. Το πόσο συχνά κάνεις σεξ μειώνεται με την ηλικία, αν και αυτό διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και ειδικά στις γυναίκες μπορεί να συμβεί πιο απότομα εξαιτίας της εμμηνόπαυσης. Επιπλέον, η ξηρότητα του κόλπου συχνά κάνει επώδυνη τη συνουσία, ειδικά μετά την εμμηνόπαυση.
Όσον αφορά τους άνδρες, πρέπει να αντιμετωπιστούν ζητήματα όπως η στυτική δυσλειτουργία, προβλήματα με την εκσπερμάτωση και η δυσκολία να έρθεις σε οργασμό. Η αυτόνομη νευροπάθεια, που συνδέεται κυρίως με το διαβήτη, μπορεί να έχει σαν συνέπεια τις λιγότερο συχνές στύσεις, αλλά και την υπαισθησία (μειωμένη αίσθηση επαφής) κατά τη συνουσία. Οι παθήσεις και οι δραστηριότητες που συνδέονται με αγγειακές νόσους, π.χ. ο διαβήτης και το κάπνισμα, όπως επίσης και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και η χρήση ορισμένων ψυχαγωγικών ναρκωτικών, μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε στυτική δυσλειτουργία.
Όσοι λαμβάνουν αντιρετροϊκή αγωγή είναι καλό να ξέρουν ότι ορισμένες μορφές αγωγής και ειδικά οι αναστολείς πρωτεάσης ενδέχεται να επηρεάσουν τη σεξουαλική λειτουργία. Άλλα φάρμακα που λαμβάνονται για συγκεκριμένες παθήσεις όπως η υψηλή πίεση ή κάποια φάρμακα για την κατάθλιψη, επίσης επηρεάζουν συχνά τη σεξουαλική λειτουργία. Θα πρέπει να γίνεται ορμονολογικός έλεγχος στους άνδρες (π.χ. μέτρηση τεστοστερόνης) και στις γυναίκες (λιγότερο βοηθητικός) που αναφέρουν πεσμένη λίμπιντο.
Διάφοροι άλλοι παράγοντες, όπως το άγχος στη δουλειά, όχι μόνο προκαλούν σεξουαλική δυσλειτουργία αλλά και επιβαρύνουν τη σοβαρότητα μιας ήδη υπάρχουσας ιατρικής κατάστασης.
Για τη θεραπεία μπορεί να χρειαστεί φαρμακευτική αγωγή, τοπική αγωγή για την ξηρότητα του κόλπου, ψυχοσεξουαλική συμβουλευτική, συνεδρίες συμβουλευτικής για τις ερωτικές σχέσεις και ψυχοθεραπεία για την ανακούφισή σου από το άγχος. Αν γίνει έγκαιρα η διάγνωση της σεξουαλικής δυσλειτουργίας σου, θα ξεκινήσεις έγκαιρα και τη σχετική θεραπεία. Είναι σημαντικό να συμβουλευτείς τους σχετικούς επαγγελματίες υγείας.