Έχει σχεδόν εκλείψει η εποχή όπου κανείς έπιανε δουλειά αμέσως μετά το σχολείο ή το πανεπιστήμιο και δούλευε σταθερά μέχρι να φτάσει σε ηλικία συνταξιοδότησης. Οι οροθετικοί, ειδικά όσοι διαγνώστηκαν πριν από την έλευση της συνδυαστικής αντιρετροϊκής θεραπείας (HAART), συχνά εργάζονταν περιστασιακά ή ήταν αντιμέτωποι με την ανεργία ή σε κάποιες περιπτώσεις συνταξιοδοτούνταν πρόωρα. Τώρα, όμως, που το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί, πολλοί εξετάζουν το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν μια δεύτερη καριέρα, να επανεκπαιδευτούν σε άλλο τομέα ή να ξαναπιάσουν δουλειά είτε πλήρους, είτε μερικής απασχόλησης. Η εν λόγω απόφαση, πέρα από τα προφανή οικονομικά οφέλη, έχει σωματικά, πνευματικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα.
Υπάρχουν πολύ ισχυρά στοιχεία ότι η συνεχής, διά βίου πνευματική και σωματική δραστηριότητα επηρεάζει θετικά τόσο τη μακροβιότητα, όσο και την ποιότητα ζωής. Ωστόσο, είναι σημαντικό να υπάρξει μια ισορροπία προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε δεν θα μας επιβαρύνει σωματικά και πνευματικά και επομένως δεν είναι επιβλαβές για την υγεία μας. Παρομοίως, είναι σημαντικό η συνταξιοδότηση να μην οδηγήσει σε απομόνωση ή μείωση των σωματικών, διανοητικών και κοινωνικών ερεθισμάτων.